Δυστυχώς, σχεδόν κάθε παιδί θα βιώσει, σε κάποια στιγμή της ζωής του, το θάνατο ενός αγαπημένου του προσώπου. Ακόμη και τα παιδιά που δεν έζησαν τέτοια δυσάρεστη εμπειρία, δεν μπορούν να αποφύγουν την καθημερινή επαφή τους με διάφορα κινηματογραφικά σχέδια, παιχνίδια ή βιβλία που αναφέρουν το θάνατο.

Οι γονείς, όπως και οι Επαγγελματίες Υγείας (Ψυχολόγοι, Ιατροί, Νοσηλευτές, Κοινωνικοί Λειτουργοί κ.ά.) μπορούν να προσφέρουν μεγαλύτερη βοήθεια εάν γνωρίζουν τι αντιλαμβάνεται ξεχωριστά το κάθε παιδί για την έννοια του θανάτου.

Από το 1934, Ιατροί και Ψυχολόγοι άρχισαν να διεξάγουν έρευνα σχετικά με το πώς τα παιδιά αντιλαμβάνονται το θάνατο (Schiler & Wechsler, 1934). To 1948, μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ψυχολόγος Maria Nagy ολοκλήρωσε μία από τις πιο γνωστές μελέτες σε παιδιά που ζούσαν στη Βουδαπέστη. Συγκεκριμένα, υποβάλλοντας την ερώτηση «τι είναι θάνατος;», ζητούσε από τα παιδιά να τις δίνουν απαντήσεις με λέξεις ή εικόνες.

Σχεδόν όλες οι μελέτες έγιναν -σύμφωνα με μία ανασκόπηση που δημοσιεύθηκε το 1984 (Speece and Brent, 1984)- μέσω συνεντεύξεων με παιδιά, είτε με ανοικτές είτε με κλειστές ερωτήσεις, π.χ. «Μπορείς να σκεφτείς κάποιον που δεν μπορεί να πεθάνει ;», «Μπορεί ένα νεκρό άτομο έρθει πίσω στη ζωή;». Μέσα από την ανασκόπηση τής μέχρι τώρα βιβλιογραφίας και έρευνας, φαίνεται πως οι κύριοι άξονες αντίληψης που αφορούν στο πώς ένα παιδί κατανοεί το θάνατο, χωρίζονται στις ακόλουθες κατηγορίες (Corr, Nabe, and Corr, 2009):

• Μη αντιστρεψιμότητα: ο θάνατος είναι μόνιμο γεγονός

• Μη λειτουργικότητα: όλες οι λειτουργίες του σώματος σταματούν με το θάνατο

• Καθολικότητα: ο θάνατος ισχύει για όλους τους ζωντανούς οργανισμούς

• Αιτιότητα: αιτίες θανάτου

Κάθε παιδί αντιλαμβάνεται διαφορετικά το θάνατο, γεγονός που οφείλεται στην ηλικία, το αναπτυξιακό επίπεδο, αλλά και το δικό του ξεχωριστό τρόπο αντίληψης ενός τόσο πολύπλοκου θέματος. Σημαντικό ρόλο στην αντίληψη κατέχει και η ψυχοσυναισθηματική ωριμότητα του παιδιού και η σχέση που είχε με το άτομο που πέθανε. Σύμφωνα με έρευνες, τα παιδιά αντιλαμβάνοντα σε κάθε περίοδο της ζωής τους τα ακόλουθα στοιχεία («Τσίκουλας και Παύλου, 2003»):

  • Βρεφική-Προνηπιακή Ηλικία (έως 3 ετών): Σε αυτή την ηλικία δεν αντιλαμβάνονται το τι σημαίνει θάνατος, όμως διαισθάνονται την απουσία του αγαπημένου τους καθώς και τα συναισθήματα των γύρω τους μέσω της συμπεριφοράς τους (π.χ. θλίψη, άγχος, "μηχανική" φροντίδα παιδιού).
  • Προσχολική Ηλικία (3 έως 6 ετών): Σε αυτή την ηλικία δεν αφομοίωσαν ακόμη την έννοια του θανάτου και δεν αντιλαμβάνονται τη μη αντιστρεψιμότητά του. Θεωρούν ακόμα ότι οι σκέψεις ή/και πράξεις τους μπορεί να προκαλέσουν θάνατο ή να αναστήσουν κάποιον και βλέπουν το θάνατο ως τιμωρία για την κακή τους συμπεριφορά. Επιπλέον, δυσκολεύονται να κατανοήσουν αφηρημένες έννοιες, όπως ο «παράδεισος».
  • Σχολική Ηλικία (7 έως 10 ετών): Σε αυτή την ηλικία τα παιδιά αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τη μονιμότητα του θανάτου μέσω της απουσίας του αγαπημένου τους και τα πλείστα προσπαθούν να δώσουν μία μορφή στο θάνατο, π.χ. θεωρούν ότι είναι ένα πνεύμα που κάνει την εμφάνισή του. Επίσης, φοβούνται πως ο θάνατος είναι μεταδοτικός και άλλα αγαπημένα πρόσωπα θα «κολλήσουν», με αποτέλεσμα το δυσάρεστο γεγονός του θανάτου. Ακόμη, αισθάνονται ενοχές γιατί πιστεύουν ότι φέρουν ευθύνη για το θάνατο και δυσκολεύονται να κατανοήσουν αφηρημένες έννοιες.
  • Εφηβική Ηλικία (11 έως 18 ετών): Σε αυτή την ηλικία τα παιδιά αρχίζουν να αντιλαμβάνονται -όπως και οι ενήλικες- το θάνατο και τη μονιμότητά του καθώς και τον αντίκτυπο που μπορεί να προκαλέσει. Συνήθως ανησυχούν γύρω από το πώς θα αλλάξει η ζωή τους μετά το θάνατο του αγαπημένου τους προσώπου και ανησυχούν για το δικό τους θάνατο ή το θάνατο κάποιου άλλου αγαπημένου τους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η αντίληψη του θανάτου διαφέρει από κουλτούρα σε κουλτούρα, ανάλογα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της κοινωνίας, γι' αυτό και μερικά από τα προαναφερθέντα στοιχεία ίσως να μην ισχύουν σε διαφορετικές θρησκευτικές προσεγγίσεις.

Παρόλο που οι γονείς μπορεί να αντιληφθούν απόλυτα όσα κατανοεί το παιδί τους για το θάνατο, αυτό δεν σημαίνει πως είναι σε θέση να προβλέψουν την αντίδρασή του σε περίπτωση που βιώσει μία τέτοια εμπειρία. Το σίγουρο είναι πως τα παιδιά θα χρειαστούν τη στήριξή τους και ειδικά κάποιον που θα ακούσει τις σκέψεις τους και παράλληλα θα τους διαβεβαιώσει ότι μπορεί να απαλύνει τον πόνο και να απομακρύνει το φόβο τους.

Βιβλιογραφία:

  • Τσίκουλας, Ι., & Παύλου, Ε. (2003). Η προετοιμασία και η στήριξη του παιδιού στο θρήνο και στο πένθος. Παιδιατρική Βορείου Ελλάδος, 15, 256-261.
  • Corr, C. A., Nabe, C. M., & Corr, D. M. (2009). Death & dying, life & living (6th ed.). Belmont, CA: Wadsworth Cengage Learning.
  • Nagy, M. (1948). The child's theories concerning death. Journal of Genetic Psychology, 73, 3-27. (Reprinted with some editorial changes as "'The child's view of death' in the meaning of death", pp. 79-98, by H. Feifel, Ed., 1959, New York: McGraw-Hill.
  • Schiler, P., & Wechsler, D. (1934). The attitude of children towards death. Journal of Genetic Psychology, 45, 406-451.
  • Speece, M. W., & Brent, S. B. (1984). Children's understanding of death: a review of three components of a death concept. Child Development, 55(5), 1671-1686